εἰκόνα, τὴν
Ερμηνεία:
[η εικών, γεν. της εικόνος (αναπαράσταση προσώπου ή αντικειμένου πραγματικού ή φανταστικού, ζωγραφική αναπαράσταση ιερού προσώπου στην Ορθόδοξη Εκκλησία)]
Ετυμολογία:
[< Όμηρ. ἔοικα (ομοιάζω, μοιάζω), Καινή Διαθήκη:. 23 φορές]
Βιβλιογραφική Τεκμηρίωση:
…Ἐφαντάζετο ἀμυδρῶς μίαν εἰκόνα, μίαν ὀπτασίαν, ἓν ξυπνητὸν ὄνειρον. [O Έρωτας στα χιόνια]
Συνώνυμα:
© Δρ. Δημήτριος Ν. Γκέλης, Ιατρός, Οδοντίατρος, Ωτορινολαρυγγολόγος,
Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Αθηνών
Άλλες λέξεις στην κατηγορία Παπαδιαμάντης Α.:
|